Κοινωνική προσαρμογή των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες
Σταύρος Μεσσήνης (2010)
Δυσκολίες στο σχολείο
Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν δυσκολίες που απορρέουν από τη χαμηλή τους επίδοση στο μαθησιακό τομέα. Κουράζονται πάρα πολύ εύκολα και παρουσιάζουν αδυναμία συγκέντρωσης για αρκετή ώρα στο μάθημα. Έτσι εκδηλώνουν συχνά έντονη κινητικότητα και αφαιρούνται, με αποτέλεσμα να τυγχάνουν συνεχών παρατηρήσεων από τους δασκάλους τους για να προσέξουν στο μάθημα. Αδυνατούν ακόμη να οργανώσουν σωστά το χρόνο και το χώρο τους και χαρακτηρίζονται από την ακαταστασία τους και την κακή κατάσταση των βιβλίων και τετραδίων τους.
Όλες αυτές οι δυσκολίες του μαθητή, τον κάνουν να αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι στους συμμαθητές του και να αναπτύσσει αισθήματα κατωτερότητας όταν βλέπει άλλα παιδιά της ηλικίας του να τα καταφέρνουν καλύτερα και γρηγορότερα από αυτό. Το παιδί αυτό, όσο προσαρμοσμένο και αν δείχνει κάποιες φορές, αναρωτιέται συνεχώς γιατί αυτό διαφέρει από τους συνομηλίκους του. Γι’ αυτό κάθε φορά που σημειώνει έστω και μια μικρή επιτυχία σε κάτι, εκδηλώνει υπερβολικό ενθουσιασμό, ενώ όταν αποτύχει απογοητεύεται και βιώνει ξανά τη ματαίωση.
Το παιδί με δυσκολίες μάθησης αγχώνεται επίσης με τη σχολική εργασία και εκδηλώνει συχνά αρνητική στάση απέναντι στο σχολείο. Αυτό γιατί φοβάται την επίπληξη του δασκάλου και τρομάζει στο ενδεχόμενο ανάθεσης μιας υπερβολικά μεγάλης εργασίας για το σπίτι.
Πρέπει να τονιστεί πως ένας τέτοιος μαθητής όπως για παράδειγμα ένας μαθητής με δυσλεξία, δεν υστερεί νοητικά από τους συμμαθητές του, άρα είναι σε θέση να καταλάβει την αδυναμία του και γι’ αυτό άλλωστε νιώθει μειονεκτικά και αρκετά διαφορετικός από τους υπόλοιπους με αποτέλεσμα να παραιτείται εύκολα από τις προσπάθειές του. Το γεγονός ότι γνωρίζει τις αδυναμίες του, του δίνει και τη δυνατότητα να συνεργαστεί με τον ειδικό που θα ασχοληθεί μαζί του για να τις αντιμετωπίσει.
Ο εκπαιδευτικός μέσα στην τάξη είναι αυτός που πρέπει να ισορροπήσει και να διαμορφώσει το διδακτικό πρόγραμμα ώστε ο μαθητής με μαθησιακές δυσκολίες να μη νιώθει κατωτερότητα, απογοήτευση και αποτυχία και να ενισχύει συνεχώς την προσπάθειά του. Η σωστή εκπαιδευτική προσέγγιση του μαθητή από τον εκπαιδευτικό είναι δυνατόν να αλλάξει αποφασιστικά τη στάση που έχει απέναντι στο σχολείο και να του δώσει την αισιοδοξία και τη δύναμη που του χρειάζεται για να προγραμματίσει το μέλλον του, να επιτύχει τους στόχους του και να γίνει ένα υπεύθυνο, ανεξάρτητο και παραγωγικό μέλλος της κοινωνίας. (Πολυχρονοπούλου, 1989)
Δυσκολίες στον κοινωνικό τομέα
Πέρα από το μαθησιακό κομμάτι, παρατηρούμε ότι τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες αντιμετωπίζουν έντονα προβλήματα στην καθημερινή τους ζωή. Όταν λαμβάνει ένα παιδί αποθάρρυνση και συνεχή ματαίωση από το περιβάλλον του, είναι πολύ λογικό να αισθάνεται απομονωμένο και διαφορετικό από την ομάδα. Έτσι αποφεύγει τη συναναστροφή με τους συνομηλίκους του, γιατί θεωρεί πως μειονεκτεί σε σχέση με αυτούς και γι’ αυτό συνηθίζει να κάνει παρέα με μικρότερούς του ή με άλλους συμμαθητές του που παρουσιάζουν επίσης κάποιες άλλες δυσκολίες στα μαθήματα. Πολλές φορές προσπαθεί να κεντρίσει την προσοχή των άλλων, καλλιεργώντας μια επιθετική συμπεριφορά πιστεύοντας ότι με αυτή θα γίνει αρχηγός της ομάδας ή θα καταφέρει να ενταχθεί σε αυτή.
Όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα το ακολουθούν σε όλη του τη ζωή και όσο περισσότερο βιώνει τη ματαίωση και την ακύρωση, τόσο πιο αποτυχημένο νιώθει με αποτέλεσμα να παραιτείται από την οποιαδήποτε προσπάθειά του.
Στον οικογενειακό τους χώρο, οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, βιώνουν επίσης δυσκολίες καθώς και οι γονείς αρκετές φορές δεν γνωρίζουν πώς να προσεγγίσουν ή πώς να διαχειριστούν τη συγκεκριμένη κατάσταση. Νιώθουν συναισθήματα όπως φόβο, πόνο, δυσφορία, θλίψη, άρνηση και αβεβαιότητα για το μέλλον των παιδιών τους και πολλές φορές νιώθουν υπεύθυνοι ακόμη και οι ίδιοι ανακαλύπτοντας ότι το μέχρι σήμερα απόλυτα φυσιολογικό παιδί τους αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες. Αγχωμένοι, απογοητευμένοι και συχνά σε σύγχυση προσπαθούν να βρουν λύσεις για τις μαθησιακές δυσκολίες των παιδιών τους συχνά έξω από το σχολείο, με υψηλό χρηματικό και ψυχικό κόστος και με αβέβαια αποτελέσματα. Οι γονείς περνούν από συγκεκριμένα στάδια όταν ανακαλύπτουν τη δυσκολία του παιδιού τους αλλά η πιο κρίσιμη στιγμή βρίσκεται στην αναγνώριση και διάγνωση του προβλήματος των μαθησιακών δυσκολιών, η οποία συνήθως έρχεται μετά την έναρξη της σχολικής φοίτησης. (Παντελιάδου & Μπότσας, 2007) Μέσα σε όλο αυτό το οικογενειακό κλίμα τα παιδιά πολλές φορές εισπράττουν τα αρνητικά συναισθήματα των γονέων και ενισχύεται η γενικότερη απογοήτευση που νιώθουν τα ίδια.
Έτσι κατανοούμε πως τα παιδιά αυτά θα πρέπει να μεγαλώσουν σε ένα υποστηρικτικό περιβάλλον, το οποίο θα ενισχύεται από το σχολικό περίγυρο.
Δυσκολίες στο σχολείο
Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζουν δυσκολίες που απορρέουν από τη χαμηλή τους επίδοση στο μαθησιακό τομέα. Κουράζονται πάρα πολύ εύκολα και παρουσιάζουν αδυναμία συγκέντρωσης για αρκετή ώρα στο μάθημα. Έτσι εκδηλώνουν συχνά έντονη κινητικότητα και αφαιρούνται, με αποτέλεσμα να τυγχάνουν συνεχών παρατηρήσεων από τους δασκάλους τους για να προσέξουν στο μάθημα. Αδυνατούν ακόμη να οργανώσουν σωστά το χρόνο και το χώρο τους και χαρακτηρίζονται από την ακαταστασία τους και την κακή κατάσταση των βιβλίων και τετραδίων τους.
Όλες αυτές οι δυσκολίες του μαθητή, τον κάνουν να αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι στους συμμαθητές του και να αναπτύσσει αισθήματα κατωτερότητας όταν βλέπει άλλα παιδιά της ηλικίας του να τα καταφέρνουν καλύτερα και γρηγορότερα από αυτό. Το παιδί αυτό, όσο προσαρμοσμένο και αν δείχνει κάποιες φορές, αναρωτιέται συνεχώς γιατί αυτό διαφέρει από τους συνομηλίκους του. Γι’ αυτό κάθε φορά που σημειώνει έστω και μια μικρή επιτυχία σε κάτι, εκδηλώνει υπερβολικό ενθουσιασμό, ενώ όταν αποτύχει απογοητεύεται και βιώνει ξανά τη ματαίωση.
Το παιδί με δυσκολίες μάθησης αγχώνεται επίσης με τη σχολική εργασία και εκδηλώνει συχνά αρνητική στάση απέναντι στο σχολείο. Αυτό γιατί φοβάται την επίπληξη του δασκάλου και τρομάζει στο ενδεχόμενο ανάθεσης μιας υπερβολικά μεγάλης εργασίας για το σπίτι.
Πρέπει να τονιστεί πως ένας τέτοιος μαθητής όπως για παράδειγμα ένας μαθητής με δυσλεξία, δεν υστερεί νοητικά από τους συμμαθητές του, άρα είναι σε θέση να καταλάβει την αδυναμία του και γι’ αυτό άλλωστε νιώθει μειονεκτικά και αρκετά διαφορετικός από τους υπόλοιπους με αποτέλεσμα να παραιτείται εύκολα από τις προσπάθειές του. Το γεγονός ότι γνωρίζει τις αδυναμίες του, του δίνει και τη δυνατότητα να συνεργαστεί με τον ειδικό που θα ασχοληθεί μαζί του για να τις αντιμετωπίσει.
Ο εκπαιδευτικός μέσα στην τάξη είναι αυτός που πρέπει να ισορροπήσει και να διαμορφώσει το διδακτικό πρόγραμμα ώστε ο μαθητής με μαθησιακές δυσκολίες να μη νιώθει κατωτερότητα, απογοήτευση και αποτυχία και να ενισχύει συνεχώς την προσπάθειά του. Η σωστή εκπαιδευτική προσέγγιση του μαθητή από τον εκπαιδευτικό είναι δυνατόν να αλλάξει αποφασιστικά τη στάση που έχει απέναντι στο σχολείο και να του δώσει την αισιοδοξία και τη δύναμη που του χρειάζεται για να προγραμματίσει το μέλλον του, να επιτύχει τους στόχους του και να γίνει ένα υπεύθυνο, ανεξάρτητο και παραγωγικό μέλλος της κοινωνίας. (Πολυχρονοπούλου, 1989)
Δυσκολίες στον κοινωνικό τομέα
Πέρα από το μαθησιακό κομμάτι, παρατηρούμε ότι τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες αντιμετωπίζουν έντονα προβλήματα στην καθημερινή τους ζωή. Όταν λαμβάνει ένα παιδί αποθάρρυνση και συνεχή ματαίωση από το περιβάλλον του, είναι πολύ λογικό να αισθάνεται απομονωμένο και διαφορετικό από την ομάδα. Έτσι αποφεύγει τη συναναστροφή με τους συνομηλίκους του, γιατί θεωρεί πως μειονεκτεί σε σχέση με αυτούς και γι’ αυτό συνηθίζει να κάνει παρέα με μικρότερούς του ή με άλλους συμμαθητές του που παρουσιάζουν επίσης κάποιες άλλες δυσκολίες στα μαθήματα. Πολλές φορές προσπαθεί να κεντρίσει την προσοχή των άλλων, καλλιεργώντας μια επιθετική συμπεριφορά πιστεύοντας ότι με αυτή θα γίνει αρχηγός της ομάδας ή θα καταφέρει να ενταχθεί σε αυτή.
Όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα το ακολουθούν σε όλη του τη ζωή και όσο περισσότερο βιώνει τη ματαίωση και την ακύρωση, τόσο πιο αποτυχημένο νιώθει με αποτέλεσμα να παραιτείται από την οποιαδήποτε προσπάθειά του.
Στον οικογενειακό τους χώρο, οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, βιώνουν επίσης δυσκολίες καθώς και οι γονείς αρκετές φορές δεν γνωρίζουν πώς να προσεγγίσουν ή πώς να διαχειριστούν τη συγκεκριμένη κατάσταση. Νιώθουν συναισθήματα όπως φόβο, πόνο, δυσφορία, θλίψη, άρνηση και αβεβαιότητα για το μέλλον των παιδιών τους και πολλές φορές νιώθουν υπεύθυνοι ακόμη και οι ίδιοι ανακαλύπτοντας ότι το μέχρι σήμερα απόλυτα φυσιολογικό παιδί τους αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες. Αγχωμένοι, απογοητευμένοι και συχνά σε σύγχυση προσπαθούν να βρουν λύσεις για τις μαθησιακές δυσκολίες των παιδιών τους συχνά έξω από το σχολείο, με υψηλό χρηματικό και ψυχικό κόστος και με αβέβαια αποτελέσματα. Οι γονείς περνούν από συγκεκριμένα στάδια όταν ανακαλύπτουν τη δυσκολία του παιδιού τους αλλά η πιο κρίσιμη στιγμή βρίσκεται στην αναγνώριση και διάγνωση του προβλήματος των μαθησιακών δυσκολιών, η οποία συνήθως έρχεται μετά την έναρξη της σχολικής φοίτησης. (Παντελιάδου & Μπότσας, 2007) Μέσα σε όλο αυτό το οικογενειακό κλίμα τα παιδιά πολλές φορές εισπράττουν τα αρνητικά συναισθήματα των γονέων και ενισχύεται η γενικότερη απογοήτευση που νιώθουν τα ίδια.
Έτσι κατανοούμε πως τα παιδιά αυτά θα πρέπει να μεγαλώσουν σε ένα υποστηρικτικό περιβάλλον, το οποίο θα ενισχύεται από το σχολικό περίγυρο.
Σταύρος Μεσσήνης (2010)